Γενική παραδοχή μπορεί να αποτελέσει το γεγονός ότι συντεταγμένη επιλογή των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια αποτελεί η πολιτική του εντεινόμενου κρατικού αυταρχισμού. Και εντός του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού είναι πολλά τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν την υιοθέτηση αυτής της πολιτικής από πλευράς κυβέρνησης, ιδιαίτερα στο φόντο της οικονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2009. Αξίζει, όμως να δει κανείς ποιοι είναι οι λόγοι που ωθούν τις εκάστοτε κυβερνήσεις να πάρουν αυτή την επιλογή, γιατί το ελληνικό κράτος θωρακίζεται αυταρχικά (και ιδίως την περίοδο αυτή) και πώς υλοποιείται η πολιτική του αυταρχισμού.
Κρατικός αυταρχισμός:
Κρατικός αυταρχισμός:
αυτοσκοπός ή μέσο;
Βασική παραδοχή και παρατήρηση που οφείλουμε να κάνουμε πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι πως ο αυταρχισμός δεν αποτέλεσε και δεν αποτελεί αυτοσκοπό υπό την έννοια του εξ ορισμού αυταρχικού κράτους. Αντιθέτως, είναι μια πολιτική, ένα μέσο προς επιτέλεση ενός άλλου σκοπού, του σκοπού κάθε κράτους να διατηρήσει και να αναπαράγει ένα πολιτικοϊδεολογικό και, κυρίαρχα, οικονομικό κατεστημένο (στην περίπτωσή μας της ελεύθερης αγοράς και της συσσώρευσης κεφαλαίων). Αυτό, άλλωστε, αποδεικνύεται από το γεγονός πως ένα προηγούμενο διάστημα, από τη μεταπολίτευση και μετά ακολουθούνταν η τακτική της σύναψης κοινωνικού συμβολαίου, μια τακτική παραχωρήσεων προς τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
Η υιοθέτηση της πολιτικής του αυταρχισμού από τις ελληνικές κυβερνήσεις
Με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης που διανύουμε από το 2009 το «κοινωνικό συμβόλαιο» έχει διαρρηχθεί και έχει αντικατασταθεί από μία εντεινόμενη αναίρεση δικαιωμάτων και παραχωρήσεων και μια όλο και πιο αυταρχική θωράκιση. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού το ξέσπασμα της κρίσης ακολούθησε και η αποσταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού, η οποία διαφαίνεται τόσο από την κατάρρευση του δικομματισμού, όσο και από τις βεβιασμένες κινήσεις από πλευράς κυβέρνησης προς υπέρβαση της κρίσης (π.χ. ιδιωτικοποιήσεις, ρευστοποίηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων, ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας). Όλη αυτή η κατάσταση με την αναίρεση των συμβιβασμών, των δικαιωμάτων, των κατακτήσεων έχει οδηγήσει σε μία κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, εφόσον τα κατώτερα και μεσαία στρώματα, τα οποία ένα προηγούμενο διάστημα κυρίαρχα, αλλά και τώρα κάπως ασθματικά βγαίνουν δυναμικά στο προσκήνιο, έχουν χάσει πλέον την «εμπιστοσύνη» τους προς τα παραδοσιακά αστικά κόμματα (ΠΑΣΟΚ,ΝΔ). Και η κυβέρνηση, για να υπερβεί αυτή την κρίση και να φανεί εγγυητής της ομαλότητας –ιδιαίτερα τώρα ενόψει Ευρωεκλογών!- απαντάει με τι άλλο; Με αυταρχισμό! Αφού δε μπορεί να εγγυηθεί την ομαλότητα με το καρότο, θα την εγγυηθεί με το μαστίγιο!
Τι σημαίνει «αυταρχική θωράκιση του κράτους»;
Όταν μιλάμε για αυταρχική θωράκιση του κράτους, ουσιαστικά αναφερόμαστε στην όλο και πιο σκληρή και αυταρχική μεταβολή των ίδιων των μηχανισμών του, τόσο των κατασταλτικών, όσο και των ιδεολογικών. (Βέβαια, ιδιαίτερη μνεία στο σημείο αυτό, και ιδιαίτερα στη συγκυρία, αξίζει να γίνει και στη σκλήρυνση του θεσμικού και νομικού πλαισίου!) Έτσι, η αυταρχικοποίηση παίρνει διάφορες μορφές, είτε υπό το μανδύα της φυσικής καταστολής και της αστυνομικής βίας, είτε αυτόν της ιδεολογικής τρομοκρατίας.
«Αστυνομική βία - Φυσική καταστολή»
Ιδιαίτερα μετά το Δεκέμβρη του ’08 καθένας μπορεί εύκολα να παρατηρήσει την ποσοτική αλλά και ποιοτική μεταβολή των κατασταλτικών δυνάμεων, τόσο σε επίπεδο υλικοτεχνικής υποδομής (ποσότητα χημικών, «Αύρες» και κιγκλιδώματα που «περιφρουρούν» πορείες και διαδηλώσεις), όσο και σε επίπεδο επιχειρησιακό (επεμβάσεις σε κάθε μορφής αντίσταση [π.χ. καταλήψεις], αυξημένο αριθμό προσαγωγών και συλλήψεων αγωνιστών, διαπόμπευσή τους στα δελτία των 8 και βασανιστήρια στη ΓΑΔΑ). Και για να τα εξετάσει κανείς πιο συγκεκριμένα, δεν έχει παρά να κάνει μια μικρή αναδρομή στις εφόδους της αστυνομίας σε καταλήψεις, όπως αυτή της Villa Amalia, στο ‘Ασυλο της ΑΣΟΕΕ, στα περιστατικά στις Σκουριές της Χαλκιδικής, στις αθρόες συλλήψεις στις πορείες του προηγούμενου διαστήματος, όπως τη σύλληψη του Π. Αντωνόπουλου στην απαγορευμένη πορεία κατά της ΕΕ, τον ξυλοδαρμό και τη σύλληψη αντιφασιστών στο Μοναστηράκι.
Ιδεολογική τρομοκρατία
Αν κάτι έχει βαρύνουσα σημασία στην καθυπόταξη του αγωνιζόμενου λαού και την κατάπνιξη των αγώνων, και σίγουρα είναι πιο αποτελεσματικό ακόμη και από την αναβαθμισμένη δράση των κατασταλτικών μηχανισμών, είναι το ιδεολογικό στοιχείο. Αυτού του είδους η τρομοκρατία μπορεί να γίνει αντιληπτή, τόσο μέσω της κυβερνητικής και εργοδοτικής τρομοκρατίας προς όποιο κλάδο εργαζομένων απεργεί, όσο και από το ρόλο που διαδραματίζουν τα ΜΜΕ, που ως ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, διαχέουν τον όλο και πιο ακροδεξιό κυβερνητικό λόγο, προς εμπέδωση της απάθειας, και, φυσικά, υπονομεύουν κάθε λαϊκό αγώνα, ρίχνοντάς τον «στην αρένα του κοινωνικού αυτοματισμού», στρέφοντας, δηλαδή, τα υπόλοιπα κομμάτια της κοινωνίας εναντίον του.
Δεσπόζουσα θέση, βέβαια, κατέχει και το ιδεολόγημα του «νόμου και της τάξης». Με αυτή τη σταθερά, λοιπόν, ως αντικειμενικό και ορθολογικό παράγοντα, λαμβάνονται οι επιλογές από πλευράς κυβέρνησης για λήψη μέτρων με σκοπό το τσάκισμα των λαϊκών αγώνων. Με «φάρο», δηλαδή, τη νομιμότητα, η κυβέρνηση νομιμοποιεί στα μάτια του κόσμου την αναβαθμισμένη και βίαιη καταστολή και παρουσιάζεται ως εγγυητής της ομαλότητας και της σταθερότητας.
ΦΑΚΕΛΟΣ: Χρυσή Αυγή
και «θεωρία των δύο άκρων»
Στο σημείο αυτό, έρχεται με εξαιρετική αρμονία να «κουμπώσει» και το «κεφάλαιο Χρυσή Αυγή». Άλλωστε, δεν ήταν κάτι που έπεσε από τον ουρανό, όπως μάταια διέδιδαν οι τότε ξαφνιασμένοι δημοσιογράφοι. Αντίθετα, είναι ένα φαινόμενο που τροφοδοτήθηκε από την ακροδεξιά κυβερνητική ρητορεία και πρακτική, με στόχο, βέβαια, να την τροφοδοτήσει εκ νέου. Και για να εξηγούμαστε: Η κυβέρνηση Σαμαρά, στην προσπάθεια εμπέδωσης της κυβερνητικής πολιτικής, ενσωμάτωσε στη ρητορεία και την πρακτική της ακροδεξιά ιδεολογήματα, όπως αυτά του ρατσισμού, του σεξισμού, του αντικομμουνισμού (με στρατόπεδα στην Αμυγδαλέζα, διαπόμπευση οροθετικών ιερόδουλων, στοχοποίηση αγωνιστών). Αυτά τα ιδεολογήματα ήταν που νομιμοποίησαν τη δράση της ΧΑ (ξυλοδαρμοί μεταναστών, ρατσιστικά συσσίτια, επιθέσεις και δολοφονίες αγωνιστών).
Και αν ένα προηγούμενο διάστημα κυβέρνηση και ΧΑ ήταν -και είναι!- «συγκοινωνούντα δοχεία», μετά τη δολοφονία του αγωνιστή Π. Φύσσα, ο Σαμαράς γίνεται ξαφνικά αντιφασίστας! Ποια, όμως, «αγαθά κίνητρα» κρύβονται πίσω από αυτό το δήθεν αντιφασισμό; Παρότι, λοιπόν, η κυβέρνηση χρειάζεται τη ΧΑ για να διαχέει την ακροδεξιά ιδεολογία και να λειτουργεί ως μοχλός τρομοκράτησης των κινητοποιούμενων κομματιών λαού και νεολαίας, δε θέλει μια ΧΑ που να της κλέβει το μονοπώλιο της κρατικής βίας, υποκαθιστώντας τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, αναπτύσσοντας αυτόνομη δράση και αποσταθεροποιώντας κατ’ επέκταση το κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Αυτή, ακριβώς, η αυτοτέλεια της ΧΑ είναι που έκανε τη ΝΔ να «σηκώσει το γάντι» των συλλήψεων των νεοναζιστών, για να εγκολπώσει το «χαμένο» ακροδεξιό της ακροατήριο και να γίνει και πάλι εγγυητής της σταθερότητας και της νομιμότητας, στο βωμό της απρόσκοπτης εφαρμογής της μνημονιακής πολιτικής. (Και όταν βλέπουμε την ποινική διαδικασία να «τρέχει με ταχύτητες φωτός» για τους νεοναζί Βουλευτές, πρέπει να έχουμε πάντα στο μυαλό μας πόσο κοντά είναι οι Ευρωεκλογές!)
Δεύτερο και ίσως πιο ενδιαφέρον στοιχείο που πρέπει να εξεταστεί είναι πώς ακριβώς αυτός ο δήθεν κυβερνητικός αντιφασισμός έρχεται για να κάμψει οποιαδήποτε αντίσταση στην εμπέδωση αυτής της πολιτικής από πλευράς λαϊκού κινήματος. Η ΧΑ δε στοχοποιήθηκε πολιτικά για τη φασιστική ρητορεία και πρακτική που αναπτύσσει, αλλά με πρόφαση την εκτεταμένη από πλευράς της χρήση βίας, ως εγκληματική οργάνωση. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, σε συνδυασμό με την «καταδίκη της βίας από όπου κι αν προέρχεται» ταυτίζονται οι ριζοσπαστικές πρακτικές του λαϊκού κινήματος με τη βία των νεοναζιστών. Έτσι, όπως αυτό το διάστημα βλέπαμε τις χειροπέδες στα χέρια των νεοναζί, έτσι και το αμέσως επόμενο διάστημα (ακόμη και τώρα) θα βλέπουμε λογική τη στοχοποίηση και τις συλλήψεις αγωνιστών, το χτύπημα των κινητοποιήσεων και των διαδηλώσεων. Είναι, λοιπόν, η υλική αποκρυστάλλωση της ανιστόρητης «θεωρίας των δύο άκρων», βάσει της οποίας, όποιος κατά την κυβέρνηση δε βρίσκεται εντός του «συνταγματικού τόξου», είναι «άκρο» και πρέπει, ανεξαρτήτως ιδεολογίας να περιθωριοποιείται (αποϊδεολογικοποίηση της βίας).
Ωστόσο, εδώ, ας σημειώσουμε κάτι! Καμία νομική λύση δε θα ‘ναι πανάκεια στο φαινόμενο του φασισμού! Όσο τα ιδεολογήματά της θα διαχέονται τέτοια μορφώματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν, αλλάζοντας απλώς ονόματα («Εθνική Αυγή», δηλώσεις Κασσιδιάρη). Η απάντηση μόνο μέσα από μαζικές και ριζοσπαστικές πρακτικές του λαϊκού κινήματος μπορεί να δοθεί, όπως έγινε στο ΔΣΘ με την απαγόρευση της καθόδου στις εκλογές μιας εθνικιστικής παράταξης!
Ειδικό ζήτημα - θεσμική και νομική σκλήρυνση
Η αυταρχική σκλήρυνση δεν αφήνει και αυτό το επίπεδο ανέπαφο! Η αναγωγή της νομιμότητας σε δόγμα ακολουθείται από τη σκλήρυνση του νομικού πλαισίου, κάτι που γινόταν αντιληπτό τόσο από τις συνεχόμενες παραβιάσεις του Συντάγματος με την ψήφιση αντισυνταγματικών νόμων (π.χ. μνημόνια) αλλά και την επιβολή μέτρων με ΠΝΠ, καθώς και με την ψήφιση των λεγόμενων «τρομονόμων», την ποινικοποίηση της «κουκούλας», τις παράνομες επιτάξεις απεργιών και, φυσικά, τη θεσμική κατάργηση του Ασύλου. Ως επιστέγασμα αυτών και μια ακόμη απόδειξη πως ο νόμος έρχεται στα μέτρα του κράτους και λειτουργεί ως μοχλός εμπέδωσης της συνολικής αυταρχικής πολιτικής έρχεται και η τελευταία τροποποίηση στην Ποινική Δικονομία, όπου στερείται το δικαίωμα στον κατηγορούμενο της πρόσβασης στη δικογραφία, αν κριθεί πως παραβιάζεται το «δημόσιο συμφέρον» και η «εθνική ασφάλεια». (Υπόθεση αναρχικού Τ. Θεοφίλου, καταδίκη σε 25ετή κάθειρξη χωρίς ουσιαστικά αποδεικτικά στοιχεία!).
Πώς απαντάμε;
Είναι προφανές πως απέναντι σε κάθε φωνή αμφισβήτησης και αντίστασης ορθώνεται ένα τείχος, σταθερό και έξυπνα χτισμένο!
Και η κατεδάφιση είναι δική μας ευθύνη!
Και μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με την ανάληψη συγκεκριμένων μετωπικών πρωτοβουλιών από αριστερές πολιτικές δυνάμεις και ανένταχτους αγωνιστές σε αντιαυταρχική, αντικατασταλτική κατεύθυνση. Μια μετωπική κίνηση που θα εξειδικεύεται σε κάθε κοινωνικό χώρο, βάζοντας μπροστά την υπεράσπιση των πρακτικών του λαϊκού κινήματος, έχοντας ως πρόταγμα τα κεκτημένα δημοκρατικά δικαιώματα και αμφισβητώντας το μονοπώλιο της κρατικής βίας όποια μορφή κι αν αυτή παίρνει!