Από το 2011 και μετά, μετά την εμφάνιση στο προσκήνιο του ν. Διαμαντοπούλου, το Πανεπιστήμιο μεταλλάχθηκε σημαντικά ως προς το δημόσιο-δωρεάν και δημοκρατικό χαρακτήρα του. Πέρα από το κομμάτι που αφορά τις διασπάσεις πτυχίων σε μια κατεύθυνση ρευστοποίησης των επαγγελματικών δικαιωμάτων και την πλήρη εντατικοποίηση των ρυθμών σπουδών με αποτέλεσμα την πλήρη μεταβολή του σημερινού νεολαίου, ένα σημαντικό τμήμα του νόμου αφορά και τις φοιτητικές παροχές. Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο αυτής της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης προβλεπόταν δραστική μείωση των δαπανών για φοιτητικές παροχές (συγγράμματα, σίτιση, στέγαση) ως και πλήρης εκμηδενισμός αυτών των παροχών. Αυτό εντάσσεται σε μια συνολικότερη κίνηση του κράτους υποχώρησης από τομείς, όπως η υγεία, η παιδεία, το ρεύμα και το νερό. Στα πλαίσια δηλαδή της οικονομικής κρίσης και της δημοσιονομικής προσαρμογής παραχωρούνται , όλο και συχνότερα, κομμάτια της κρατικής μέριμνας και εν προκειμένω της φοιτητικής σε ιδιώτες.
Για να γίνουμε ακόμα πιο συγκεκριμένοι, ας δούμε το ζήτημα της σίτισης, της δυνατότητας δηλαδή των φοιτητών να τρέφονται δωρεάν με δαπάνη του ιδρύματος στο οποίο σπουδάζουν. Ίσως οι πιο νέοι φοιτητές να μην γνωρίζουν ότι μέχρι προ διετίας όλοι και μόνο με τη φοιτητική τους ιδιότητα μπορούσαν να σιτίζονται δωρεάν. Πέρυσι, όμως για πρώτη φορά μπήκε εισοδηματικό κριτήριο, το οποίο όφειλε να πληροί όποιος ήθελε να κάνει αίτηση για κάρτα σίτισης (45.000 ευρώ ετήσιο οικογενειακό εισόδημα). Η περικοπή αυτή μάλιστα δεν περιορίζει τις θέσεις των δικαιούχων σε έναν «ανοιχτό αριθμό» με βάση την πλήρωση των κριτηρίων αλλά ο αριθμός είναι «κλειστός», δηλαδή συγκεκριμένος και ουσιαστικά η ξεκάθαρη μείωση των δικαιούχων φοιτητών ντύνεται με ένα πέπλο «δίκαιης ρύθμισης» απέναντι στα φτωχά παιδιά. Λες και το ζήτημα του φτωχού φοιτητή είναι να μην τρώει ο συμφοιτητής του με 46.000 ευρώ εισόδημα π.χ.
Για μας, ιδιαίτερα στην σημερινή συγκυρία ,όπου πολλές οικογένειες δυσκολεύονται να συντηρήσουν τους νέους, που σπουδάζουν στην ίδια πόλη, πολλώ δε μάλλον αυτούς που σπουδάζουν σε διαφορετική, είναι δυσβάσταχτο να ξοδεύουν για τη διατροφή τους σε καθημερινή βάση. Σε αυτά τα πλαίσια η δωρεάν σίτιση δεν μπορεί να θεωρείται πολυτέλεια ούτε να παραχωρούνται οι λέσχες σίτισης σε εργολάβους λειτουργώντας ως επιχειρήσεις, μετακυλίοντας έτσι το κόστος σπουδών από το κράτος στους ίδιους τους φοιτητές.
Για μας όχι μόνο δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ακόμα είναι αναφαίρετο δικαίωμα όλων μας να τρεφόμαστε δωρεάν με μοναδικό «κριτήριο» την φοιτητική μας ιδιότητα, όπως ακριβώς γινόταν μέχρι πριν 2 χρόνια. Και καθόλου παράλογοι δεν είμαστε όταν τα λέμε αυτά, καθώς αντίστοιχη άποψη φαίνεται να έχουν και οι συμφοιτητές μας στη Φυσικομαθηματική και στο ΕΜΠ, όπου μετά από διαδοχικές κινητοποιήσεις των εκεί συλλόγων κατάφεραν να αφαιρεθούν τα εισοδηματικά κριτήρια και να τρέφονται όλοι δωρεάν.
Σε αυτήν την κατεύθυνση κινήθηκε και ο δικός μας σύλλογος κατόπιν απόφασης του ΔΣ, που υπεγράφη από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων. Απέναντι σε αυτήν μας την κίνηση ήρθαμε αντιμέτωποι με μια σύμβαση - «φάντασμα» αντί της οποίας λάβαμε ένα έγγραφο στο οποίο ήταν σημειωμένο με στυλό(!) το κονδύλι για τη σίτιση.
Όταν δε, πήγαμε στη λέσχη σίτισης για κατάληψη προκειμένου να εξασφαλίσουμε με την φυσική μας παρουσία την δωρεάν σίτιση όλων των φοιτητών απειληθήκαμε με επέμβαση αστυνομικών δυνάμεων, οι οποίες έκαναν την εμφάνισή τους μετά από εκκλήσεις του διευθυντικού προσωπικού.
Εν τέλει, όπως προαναφέρθηκε δεν θεωρούμε ότι κινείται εκτός λογικής αυτή η διεκδίκηση και μάλλον είναι αυτονόητη. Όπως μας έχει δείξει, όμως, η πείρα από διάφορες κινητοποιήσεις, το «κλειδί της επιτυχίας», αν υπάρχει κάτι τέτοιο, αυτό βρίσκεται στη μαζικότητα και στο να κάνει ο καθένας κτήμα του αυτόν τον αγώνα. Το ζήτημα δεν λύνεται με ένα απλό «κλείσιμο του ματιού» στον Πρύτανη ή με υποσχέσεις για παράκαμψη του νόμιμου εισοδηματικού ορίου. Το ζήτημα θα λυθεί μόνο με το διαρκή και ανυποχώρητο αγώνα μας για να μπορούμε να σιτιζόμαστε όλοι ΔΩΡΕΑΝ στις λέσχες του Πανεπιστημίου.