Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Killing in the name of [σχετικά με τη δολοφονία του Berkin Elvan από το τουρκικό κράτος]


11 Μαρτίου 2014: Ο Berkin Elvan αφήνει την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο στην Κωνσταντινούπολη, μετά από 9 μήνες σε κώμα. Πρόκειται για ένα παιδί που συμμετείχε ενεργά στις διαδηλώσεις που λάμβαναν χώρα το καλοκαίρι στην Κωνσταντινούπολη, αμφισβητώντας την αντιλαϊκή πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης και, για το λόγο αυτό, είχε στοχοποιηθεί από τις τουρκικές αρχές, πράγμα το οποίο κατέληξε στο να δεχθεί θανατηφόρο χτύπημα στο κεφάλι από δακρυγόνο,  ενώ είχε βγει να αγοράσει ψωμί! Το γεγονός αυτό φέρνει μνήμες απ’ τα παλιά και, συγκεκριμένα, απ’ την εν ψυχρώ δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκεμβρίου του 2008, από πυροβολισμό αστυνομικού. Αυτά τα περιστατικά, παρά την εξαετή απόσταση που τα χωρίζει, έχουν κάτι πολύ κοινό μεταξύ τους. Κι αυτό δεν είναι άλλο απ’ το ότι πρόκειται για περιπτώσεις στις οποίες η νεολαία βρίσκεται στο στόχαστρο και, όπως έχει δείξει η ιστορία, κάθε άλλο παρά αποτελούν τυχαία περιστατικά.

Προσπαθώντας να  ψηλαφήσουμε το γιατί σε περιόδους κοινωνικών αναταραχών επιλέγεται η βίαιη καταστολή της νεολαίας, πρέπει σίγουρα να δούμε ποια είναι τα χαρακτηριστικά της εκείνα που την καθιστούν επικίνδυνη για τα εκάστοτε κυβερνητικά σχέδια. Πάντοτε, η νεολαία αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι των λαϊκών κινημάτων, το οποίο δικαίως πολλές φορές χαρακτηρίζεται και ως το πιο πρωτοπόρο κομμάτι αυτών, λόγω τόσο των συνειδητών (ή μη) ριζοσπαστικών χαρακτηριστικών της, όσο και της διάθεσης ρήξης με τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές που θίγουν την ίδια και το μέλλον της. Οι αντιστάσεις που ορθώνει η νεολαία στις εκάστοτε μεταρρυθμίσεις είναι ακριβώς ο λόγος που τα κυβερνητικά κέντρα παίρνουν την πολιτική επιλογή να την καταστείλουν, είναι ακριβώς ο λόγος που χρειάστηκαν δύο ολόκληρα χρόνια για να καταδικαστεί ο Κορκονέας (δολοφόνος Γρηγορόπουλου), είναι ακριβώς ο λόγος που ο Berkin θεωρείται ακόμη και τώρα τρομοκράτης από την τουρκική κυβέρνηση (βλ. δηλώσεις Erdogan) και ο θάνατός του δεν καταδικάζεται δημόσια από αυτήν.

Η στοχοποίηση της νεολαίας, όμως, δεν περιορίζεται μόνο σε περιπτώσεις αντίστοιχες με τις παραπάνω. Είναι χαρακτηριστικό ότι φέτος έχει ξεκινήσει μια ολόκληρη εκστρατεία από πλευράς κράτους και Ελληνικής Αστυνομίας για την τρομοκράτηση των μαθητών που συμμετείχαν σε καταλήψεις στην αρχή της χρονιάς, με στόχο την ανατροπή του νομοσχεδίου για το Νέο Λύκειο, και τη  παραδειγματική «τιμωρία» τους. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εισβολής της Αστυνομίας σε μαθητικές καταλήψεις (βλ. σχολεία Χολαργού), συλλήψεων μαθητών για τη συμμετοχή τους σε καταλήψεις και απειλής  τους ότι θα απαγορευθεί να δώσουν Πανελλήνιες (βλ. σχολεία Λαμίας και Ηγουμενίτσας), και κατατρομοκράτησης των μαθητών μέσω τηλεφωνημάτων από την Αστυνομία, με τα οποία ζητάνε να μάθουν τις πολιτικές πεποιθήσεις μαθητών, γονέων και καθηγητών (βλ. σχολεία Κερατσινίου). Η καταστολή της μαθητιώσας νεολαίας και υπαγωγή της σε συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς βάζει τα θεμέλια για μια μετέπειτα λοβοτομημένη φοιτητιώσα νεολαία, που δεν θα αντιδρά στην υπονόμευση του μέλλοντός της και που δεν θα αποτελεί πλέον απειλή για κανένα κυβερνητικό κέντρο.

Ξεκινώντας από ένα Νέο Λύκειο-εξεταστικό κάτεργο, συνεχίζοντας σε ένα πανεπιστήμιο των Πρότυπων Εσωτερικών Κανονισμών, που θα βρει τους φοιτητές πλήρως εντατικοποιημένους υπό τον φόβο της διαγραφής και εναρμονισμένους στο αέναο κυνήγι προσόντων και πιστωτικών μονάδων που θα ανταποκρίνονται στο διασπασμένο πλέον πτυχίο τους, και φτάνοντας σε ένα εργασιακό καθεστώς με 60% ανεργία στους νέους, η πραγματικότητα που διαμορφώνεται για τη νεολαία κάθε άλλο παρά ευχάριστη είναι και σίγουρα αποτελεί αιτία πολέμου. Ενός πολέμου που έχει ξεκινήσει ήδη από πλευράς κυβέρνησης με τους πιο σκληρούς όρους και πρέπει να βρει κάθε κομμάτι της νεολαίας (μαθητιώσας, φοιτητιώσας ή εργαζόμενης) συμπαγώς παρατεταγμένο στις πρώτες γραμμές μάχης.

Απ’ τη μία, λοιπόν, έχουμε την πραγματικότητα όπως πάει να διαμορφωθεί: μια πραγματικότητα επισφαλούς μέλλοντος, ανεργίας, πειθάρχησης και απολύτως καμίας αντίδρασης από πλευράς μας. Από την άλλη, έχουμε τη δυνατότητα μιας πραγματικότητας που θα μας εξασφαλίζει ανθρώπινους όρους διαβίωσης και ένα μέλλον με αξιοπρέπεια. Εμείς, λοιπόν, δηλώνουμε ξεκάθαρα πως προτιμούμε τη δεύτερη πραγματικότητα, πως θα παλέψουμε γι αυτήν και πως δεν θα ησυχάσουμε μέχρι να τα καταφέρουμε.

 
Εν τέλει αν κάτι μένει στον απόηχο άλλης μιας κρατικής δολοφονίας ενός νεολαίου είναι το πείσμα όλων εκείνων που δεν δέχονται να κυριευθούν από το φόβο, δεν τρομοκρατούνται από την καταστολή, δεν σκύβουν το κεφάλι, αλλά προχωρούν με σιγουριά και αποφασιστικότητα απέναντι σε όποιον και σε ό, τι καταδικάζει μια ολόκληρη γενιά στο σκοτάδι της ανεργίας, της φτώχιας και της καταστολής.