Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΕΝΟΣ ΧΑΦΙΕ


Ή με τη Νεολαία, ή με τον Κορκονέα...


Το Δεκέμβριο του 2008 η ελληνική κοινωνία βίωσε μια κατάσταση πρωτόγνωρη για τα σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα. Η συσσωρευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια και οργή εξαιτίας των επιπτώσεων της διεθνούς οικονομικής κρίσης και της εξαιρετικά επιθετικής αναδιαρθρωτικής πολιτικής της κυβέρνησης, όπως και όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, η οποία αίρει στοιχειώδη κεκτημένα σε εκπαίδευση και εργασία(εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, ασφαλιστικό, φορολογικό, ιδιωτικοποιήσεις κλπ) βρήκε τη διέξοδό της επ’ αφορμή της εν ψυχρώ δολοφονίας του δεκαπεντάχρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου από ειδικό φρουρό σε ένα μαζικό λαϊκό ξέσπασμα. Φυσικά, σε αυτή την κατεύθυνση συνέτεινε και η συνεχής σκλήρυνση της κρατικής καταστολής στα τελευταία χρόνια που αποσκοπούσε στη βίαιη καταστολή των κινημάτων(βλέπε φοιτητικό κίνημα )και κάθε μορφής αντίστασης της οποίας επιστέγασμα αποτέλεσε η εκτέλεση ενός μαθητή από ένα στέλεχος του κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού

Σ’ αυτή την πρωτόγνωρη κοινωνική έκρηξη πήραν μέρος πολυάριθμες και εξαιρετικά ετερογενείς κοινωνικές μερίδες. Σ’ αυτήν συμμετείχαν μαθητές, που όχι μόνο συνδέονται άμεσα με το γεγονός αλλά υφίστανται μια συνεχή καταπίεση από τον εκπαιδευτικό μηχανισμό και τους εξαιρετικά εντατικούς ρυθμούς του σχολείου, φοιτητές με πρόσφατες τις μνήμες της άγριας καταστολής των κινητοποιήσεων τους, νέοι εργαζόμενοι οι οποίοι τελούν υπό απαράδεκτες εργασιακές συνθήκες και μια συνεχή αβεβαιότητα σε σχέση με το εργασιακό τους μέλλον. Επίσης συμμετείχαν περιθωριοποιημένα και εξαθλιωμένα κοινωνικά στρώματα κυρίως μετανάστες οι οποίοι όχι μόνο υφίστανται καθημερινή εκμετάλλευση αλλά και γνωρίζουν το πιο σκληρό πρόσωπο της κρατικής καταστολής (απαγωγές Πακιστανών, βασανισμοί στα Α. Τ, δολοφονία τουλάχιστον ενός μετανάστη κάθε Κυριακή στην Πέτρου Ράλλη)

Από την πρώτη στιγμή που χιλιάδες άτομα άρχισαν να συρρέουν στους δρόμους σε μαζικότατες διαδηλώσεις με δυναμικά χαρακτηριστικά και διάθεση έμπρακτης αμφισβήτησης της κρατικής καταστολής η κυβέρνηση όχι μόνο σκλήρυνε ακόμα περισσότερο την ίδια τη φυσική καταστολή με χρήση σωρείας χημικών, αθρόες και αναίτιες συλλήψεις και ξυλοδαρμούς διαδηλωτών αλλά και επιχείρησε να ενεργοποιήσει συμμαχίες και μηχανισμούς κατασυκοφάντησης του ίδιου του λαϊκού κινήματος. Τέτοιοι ήταν οι διάφοροι δημοσιογράφοι (βλέπε Πρετεντέρης )και εκδότες πιστοί σύμμαχοι της αντιδραστικής πολιτικής καθώς και η ίδια η ακροδεξιά που είτε με την επίσημη πολιτική της έκφραση-ΛΑΟΣ λασπολογεί ενάντια στο κίνημα είτε με ακροδεξιές ομάδες τύπου χρυσή αυγή που με το προκάλυμμα των αγανακτισμένων πολιτών επιτίθενται ανοιχτά εναντίων αγωνιστών (φτάνουν σε σημείο να χτυπάνε κουδούνια σπιτιών)

Δυστυχώς ωστόσο ανάλογη στάση πλήρους στήριξης του κυβερνητικού κέντρου και των επιλογών του κατασυκοφάντησης και απονομιμοποίησης του κινήματος στα μάτια της κοινωνίας τήρησαν και πολιτικές δυνάμεις που θέλουν να εντάσσονται στην αριστερά και συγκεκριμένα το ΚΚΕ. Ειδικότερα το κόμμα εκείνο που αυτοαναγορεύεται σε μοναδικό εκφραστή των συμφερόντων των λαϊκών μαζών θεωρώντας οποιαδήποτε κινηματική διαδικασία έξω από αυτό προβοκατόρικη και χαφιέδικη σε όλη τη διάρκεια της εξέγερσης ταυτίστηκε πλήρως με τις θέσεις όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και της ακροδεξιάς καταλήγοντας να λαμβάνει συγχαρητήρια από την τελευταία. Έτσι από την πρώτη στιγμή κατήγγειλε με τους πιο σκληρούς όρους τις οργισμένες μάζες που βγήκαν αυθόρμητα στους δρόμους τηρώντας μια στάση συμβιβασμού με μια κυβέρνηση της οποίας η πολιτική είχε ως απόληξη τη δολοφονία ενός μαθητή. Το ΚΚΕ αναπαρήγαγε τη πλέον αντιδραστική πολιτική ρητορεία, τη διαρκή προβοκατορολογία και την ταύτιση των αγωνιστών με πράκτορες της CIA, σωματέμπορους και μαφιόζους.

Παράλληλα έκανε δηλώσεις νομιμοφροσύνης στη δεξιά δηλώνοντας ότι οι δικές του πορείες-πάντα περιχαρακωμένες καθαρά κομματικές και πυροσβεστικές ως προς το κίνημα - διαλύονται ησύχως ενώ .όλες οι υπόλοιπες αποτελούνται μόνο από προβοκάτορες κουκουλοφόρους τους οποίους και καλούσε την αστυνομία να συλλάβει. Την ίδια στιγμή ο συνδικαλιστικός του φορέας στα πανεπιστήμια η ΠΚΣ αναλάμβανε το ρόλο της ΔΑΠ προσπαθώντας να εμποδίσει τη συμμετοχή των φοιτητικών συλλόγων στο κίνημα είτε με το να κλείνει τις σχολές με απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΕ(!) προκειμένου να μην πραγματοποιηθούν συνελεύσεις είτε με το να μη συμμετέχει σε όσες διεξήχθησαν ακριβώς όπως και η ΔΑΠ αλλά να βρίσκεται απ’ έξω και να καλεί τους φοιτητές να αποχωρήσουν.Στους εργασιακούς χώρους το «αγωνιστικό»και «ταξικό» ΠΑΜΕ δεν καλεί ούτε σε μία απεργία υπονομεύοντας την περεταίρω μαζικοποίηση του κινήματος.

Μια τέτοιου τύπου τοποθέτηση ταυτόσημη με αυτή του ΛΑΟΣ συνιστά το καλύτερο άλλοθι για την ακόμα μεγαλύτερη καταστολή των αγώνων από την κυβέρνηση. Επιχειρεί να ενεργοποιήσει τα πλέον συντηρητικά αντανακλαστικά στην κοινωνία χωρίς ευτυχώς έως τώρα, ακριβώς λόγω των πολύ σημαντικών ερεισμάτων αυτής της εξέγερσης και της ευρείας κοινωνικής αποδοχής της, να το έχει επιτύχει. Ταυτόχρονα καταγγέλλει τους χιλιάδες αγωνιστές ανάμεσά τους και πάρα πολλούς μαθητές που με πραγματική πολιτική στοχοθεσία συγκρούονται με τις δυνάμεις καταστολής χαρακτηρίζοντας τους εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου.



Ακόμα όμως και στην περίπτωση των μερίδων εκείνων που έχοντας υποστεί τη μέγιστη περιθωριοποίηση π.χ μετανάστες, άνεργοι κλπ και μην έχοντας τίποτα να χάσουν προέβαιναν σε μη στοχευμένες συγκρούσεις και σε λεηλασίες –απλό ξέσπασμα οργής χωρίς πολιτικά αποτελέσματα- το κόμμα εκείνο που εμφανίζεται ως ο υπέρμαχος των καταπιεσμένων παραγνωρίζει το γεγονός ότι οι άστοχες αυτές κινήσεις δεν είναι παρά αποτέλεσμα τη ς ακραίας κρατικής καταστολής και μιας πολιτικής καμίας παραχώρησης που οδηγεί ολόκληρες κομμάτια της κοινωνίας στην απόλυτη εξαθλίωση. Ενδεικτικό είναι ότι λόγω της τοποθέτησης του αυτής το ΚΚΕ έγινε πρωτοσέλιδο στις πλέον δεξιές εφημερίδες οι οποίες και το καλούσαν να αναλάβει το ρόλο των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους «αφού δεν μπορεί η αστυνομία να αναλάβει το ΚΚΕ»

Η στάση του ξεκάθαρα προδοτική και κατασταλτική για το κίνημα ερμηνεύεται εν μέρει από μια σειρά αιτιών. Καταρχάς έχει ενσωματώσει πλήρως την κρατική καταστολή ενώ παράλληλα διέπεται από ακραίο εκλογικισμό και κυβερνητισμό θεωρώντας ότι τα κοινωνικά κινήματα δεν μπορούν να επιτύχουν καμία νίκη στο σήμερα και μεταθέτοντας την ικανοποίηση των λαϊκών συμφερόντων στην ανάληψη της κοινοβουλευτικής εξουσίας από το ίδιο.
Υπ’ αυτή την έννοια τα κινήματα για το ΚΚΕ έχουν νόημα αποκλειστικά και μόνο όταν ελέγχονται πλήρως από αυτό (και είναι προφανές ότι μια εξέγερση τέτοιου μεγέθους δεν μπορεί να είναι απόλυτα ελεγχόμενη από κανένα πολιτικό φορέα) και εξαργυρώνονται σε εισροή νέων μελών και σε μεγαλύτερη εκλογική καταγραφή του. Σε κάθε άλλη περίπτωση δεν μπορούν να πετύχουν τίποτα καθώς ο κρατικός μηχανισμός είναι πανίσχυρος και αδιαπέρατος , συμβάλλουν απλώς στην κατασταλτική θωράκιση του κράτους περαιτέρω και άρα καλύτερα είναι να πατάσσονται εν τη γενέση.

Μάλιστα αυτή η αντίληψη του ΚΚΕ είναι κι εκείνη που επικαθόρισε τη στάση του στις φοιτητικές κινητοποιήσεις του προηγούμενου διαστήματος όταν αντιλαμβανόμενο ότι δεν πρόκειται να τις καρπωθεί εκλογικά τις κατάστειλε διαλύοντας τις γενικές συνελεύσεις και καταγγέλλοντας τους κινητοποιούμενους συλλόγους ως προβοκάτορες καταλήγοντας στο να λάβει συγχαρητήρια από τον υπουργό παιδείας. Επίσης η στάση του ΚΚΕ αιτιολογείται από τα κοινωνικά στρώματα τα οποία παραδοσιακά το στηρίζουν και αποτελούν ψηφοφόρους του.
Προσκολλημένο σε μια λογική στείρας εκλογικής εκπροσώπησης και καμίας εμπιστοσύνης στη δύναμη του αγωνιζόμενου λαού πάγια απευθύνεται και προσαρμόζει το λόγο του ανάλογα σε μικροαστικά και εν γένει συντηρητικά στρώματα στους γνωστούς «νοικοκυραίους» οι οποίοι κάθε άλλο παρά έχουν διάθεση να συγκρουστούν με τις δυνάμεις καταστολής και κάθε άλλο παρά ευχαριστημένοι είναι με μια κατάσταση παρατεταμένης αναταραχής και παύσης της οικονομικής δραστηριότητας στο κέντρο όλων των πόλεων της χώρας.

Έτσι το ΚΚΕ καμιά πραγματική διάθεση σύγκρουσης μέχρι την τελική νίκη με τις κυβερνητικές επιλογές δεν έχει παρά μόνο σε διακυρηχτικό επίπεδο και εν τέλει λειτουργεί εκτονωτικά για τα κινήματα. Ωστόσο στη δεδομένη περίοδο η στάση του ξεπερνάει κάθε όριο συντηρητικής τοποθέτησης , το τοποθετεί στο στρατόπεδο του αντιπάλου του λαού και το καθιστά δεκανίκι της κυβέρνησης των δολοφόνων.

Μάλιστα οι συντάκτες της εφημερίδας – πολιτικού οργάνου του ΚΚΕ «Ριζοσπάστης» μάλλον στο μέλλον θα έπρεπε να αναζητήσουν δουλεία σε κάποιο ακροδεξιό έγγραφο τύπου στόχος αφού πλην όλων των υπόλοιπων ακραία αντιδραστικών δημοσιευμάτων πραγματικά είχαν το θράσος να δημοσιεύσουν ένα διήγημα-φανταστική συνομιλία με τον Κορκονέα με τίτλο «το λάθος τηλεφώνημα ενός φονιά» το οποίο πέρα από κάθε όριο δεξιάς τοποθέτησης επιχειρεί να καταδείξει τα κίνητρα της δολοφονίας.

Και για του λόγου το αληθές : «καλά να πάθει το κωλόπαιδο, το πλουσιόπαιδο που γύρευε να κάνει πλάκα σε μας, που μας έβριζε κωλόμπατσους και τα τέτοια...είμαστε οι μόνιμοι στόχοι
γινόμαστε σάκοι του μποξ Ξέρεις πόσες φορές πήγαν να με κάψουν σαν λαμπάδα αυτά τα κωλόπαιδα, οι φονιάδες οι κουκούλες; Ένα κομμάτι ψωμί έβγαζα κι εγώ, το παιδί της παραδουλεύτρας από το χωριό τα σίγουρο ψωμί και να μας, δέκα χρόνια στη σφηκοφωλιά, στα Εξάρχεια με όλο εκείνο το αληταριό,
Ξέρεις πώς είναι να έχεις το σιδερικό στη θήκη και να σε βλαστημάνε και να σου πετάνε μπουκάλια που μπορεί
Και να 'ρχονται αυτά τα κωλόπαιδα, που δεν έχουν δουλέψει στη ζωή τους και να σε βρίζουν Πόσοι από αυτά τα κωλόπαιδα είναι εργαζόμενοι των 700 ευρώ Κανένας! Ποιος μεροκαματιάρης προλαβαίνει να βγει στους δρόμους, πόσοι από τους αναγκεμένους έχουν τέτοιες πολυτέλειες; Έχω τρία παιδιά να μεγαλώσω κι εγώ. Ναι, σαν εκείνο που σκότωσα, θα μου πεις, το ξέρω και τα δικά μου έχουν μόνο εμένα και τη μάνα τους, δεν έχουν σπίτι ιδιόκτητο, δεν έχουν τρία αυτοκίνητα, δεν έχουνε νταντάδες και καθηγητές στο σπίτι. Που με τη σειρά τους, μεγαλώνοντας, θα βαδίσουν στα χνάρια μου, τη λαμπρή «σταδιοδρομία» μου. Γιατί άλλη επιλογή δεν έχουν.»

Κοινώς τα στελέχη των κατασταλτικών μηχανισμών δηλαδή τα κατεξοχήν όργανα επιβολής της κυβερνητικής πολιτικής και κατάπνιξης κάθε αντίστασης και διεκδίκησης δεν είναι τίποτα άλλο παρά «τα παιδία της εργατικής τάξης» τα οποία απλά βγάζουν το ψωμί τους δέρνοντας ανελέητα εργάτες και λοιπούς εργαζομένους, μαθητές, φοιτητές, συνταξιούχους κλπ κλπ οι οποίοι διεκδικούν τα αυτονόητα. Ο σημαντικότατος ρόλος των κατασταλτικών μηχανισμών στον αγώνα των εργαζομένων ενάντια στην εκμετάλλευση τους αποσιωπάται πλήρως και τα στελέχη τους απλά αναγορεύονται σε απλούς διεκπεραιωτές μιας εργασίας χωρίς να θεωρείται ότι η εκπαίδευσή τους και η λειτουργία που αντικειμενικά επιτελούν συνεπάγεται και μια δική τους συγκεκριμένη τοποθέτηση. Μάλιστα με χυδαίο τρόπο η δολοφονία δικαιολογείται εν μέρει από τη «δίκαιη» αγανάκτηση των αστυνομικών οργάνων επειδή διευρυμένα στρώματα βλέποντας στο πρόσωπό τους συμπυκνωμένη τη κρατική βία και καταπίεση τους αποστρέφονται!

Βέβαια ας μη ξεχνάμε ότι απέναντι στην αγανάκτηση των αστυνομικών επειδή τους «βρίζουν»βρέθηκε εν προκειμένω η απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής. Μια περιοχή κατεξοχήν ιδεολογικοπολιτικών ζυμώσεων και ιστορικής σημασίας όπως τα Εξάρχεια που δέχεται συνεχή κατασταλτικά χτυπήματα από τον κρατικό μηχανισμό αντιμετωπίζεται ως άντρο τρομοκρατών και κωλόπαιδων ενώ η ζωή των πραγματικά λαϊκών παιδιών των αστυνομικών αξίζει περισσότερο επειδή δεν έχουν συγκεκριμένες ανέσεις.

Μάλιστα το «κόμμα της εργατικής τάξης» θεωρεί ότι οι νέοι με ταξική καταγωγή από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα έχουν προδιαγεγραμμένη προοπτική η οποία είναι να τεθούν στην υπηρεσία του κράτους και μάλιστα αυτά τα στελέχη των κατασταλτικών μηχανισμών είναι η περιβόητη νέα γενιά εργαζομένων υπό εξαιρετικά δυσμενείς όρους. Οι «καημένοι» αστυνομικοί είναι οι υπομονετικοί διασφαλιστές της τάξης και της ασφάλειας απέναντι σε οποιαδήποτε κωλόπαιδα είτε προασπίζουν τα δικαιώματά τους διαδηλώνοντας είτε κάνουν μια βόλτα σε ιστορικά και πολιτικά φορτισμένες περιοχές όπως τα Εξάρχεια, όπως ο Γρηγορόπουλος. Δολοφονούν και καταστέλλουν επειδή φοβούνται εκείνα τα περιθωριοποιημένα από το ίδιο το σύστημα στοιχεία που ξεσπούν κάποιες φορές και άσκοπα την οργή τους σε αυτό που γι αυτούς αποκρυσταλλώνει τη κρατική βία, στα γκλομπ, στις ασπίδες και στις απειλές των ΜΑΤ

Συγκεφαλαιώνοντας, στη συγκυρία το ΚΚΕ συντάσσεται πλήρως με την κυβερνητική πολιτική την οποία γενικά κατά τα άλλα καταγγέλλει συντηρητικοποιεί διαρκώς την πολιτική του τοποθέτηση, προλειαίνει το έδαφος για ευρύτερα κατασταλτικά χτυπήματα στο μέλλον και συνολικά συμβάλλει τα μέγιστα στην υπονόμευση και τη μη νικηφόρα έκβαση της μεγαλύτερης κοινωνικής εξέγερσης στην Ελλάδα τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση και έπειτα στην απονομιμοποίηση γενικότερα των μαζικών και δυναμικών κινημάτων και εν τέλει στην όσο το δυνατόν γρηγορότερη επαναφορά στην ομαλότητα και σταθεροποίηση του κυβερνητικού κέντρου. Από την πλευρά μας ως μια πολύ μικρή συνιστώσα αυτού του τεράστιου κινήματος δεν καλούμε αλλά εγκαλούμε το ΚΚΕ εάν θέλει να τοποθετείται στην αριστερά να αναθεωρήσει ριζικά τη στάση του και να περάσει από το στρατόπεδο της κυβέρνησης στο στρατόπεδο των λαϊκών μαζών και των νικηφόρων κοινωνικών αγώνων.

Ρ.Α.Πα.Ν.-Σ.Α.Φ.Ν.